-Έτος Ίψεν το 2014, έτος Καβάφη το 2013, έτος Ελύτη το 2011 κλπ κλπ. Αν το δούμε υπερρεαλιστικά, κ. Αρβανίτη, δεν είναι ένας οξύμωρος χαρακτηρισμός, σε σχέση με αυτά που συμβαίνουν γύρω μας κάθε μέρα;
- Όλα αυτά, κατά τη γνώμη μου, είναι marketing-κατασκευές με υλικό τη μνήμη, που όταν χρησιμοποιείται έτσι, δεν έχει να προσφέρει τίποτα ουσιαστικό και ίσως πολλές φορές να διαστρέφει και το ίδιο το θέμα, που θέλει να αναβιώσει. Βέβαια πάντα βοηθάει η μνήμη, η καθημερινή όμως χρήση της και όχι η επετειακή και μάλιστα σε δύσκολες εποχές. Αυτό όμως είναι η δουλειά της παιδείας και όχι του marketing. Είναι ίσως απλοϊκό να σκέφτεται κανείς και να εστιάζει μόνο στο απόλυτο τώρα, αφαιρώντας τη μνήμη και τη φαντασία, ως πολυτέλεια.
-Τη 'Φόνισσα' διαδέχονται φέτος οι 'Βρυκόλακες' του Ίψεν, στο Κεφαλληνίας. Τα κριτήρια της επιλογής;
- Τα μεγάλα έργα δεν έχουν απαντηθεί γι αυτό και ανά τον κόσμο, επανέρχονται ξανά και ξανά. Αυτό συμβαίνει γιατί καταδύονται βαθειά στην ανθρώπινη φύση – ψυχή, που μένει πάντα η ίδια, με τις ίδιες επιθυμίες και τους ίδιους φόβους. «Οι Βρικόλακες» τυχαίνει να αφορούν έντονα το σήμερα, μια και μερικά από τα θέματα που θίγουν είναι η υποκρισία της κοινωνίας, οι προκαταλήψεις που ριζώνουν βαθειά μέσα μας, ο συντηρητισμός, ο φόβος μπροστά στην αλήθεια και στο καινούργιο και κυρίως οι νέοι που κληρονομούν τις «αμαρτίες» των παλαιότερων γενεών. Αυτό κι αν μας αφορά άμεσα!
-Έχω την εντύπωση ότι το θεατρικό κοινό, τα 3 τελευταία χρόνια της "αποδόμησης", όσο ανάποδο και να φαίνεται, έπαψε να θεωρεί το θέατρο πολυτέλεια. Τι συνέβαλε σ' αυτήν την μεταστροφή;
- Πράγματι συμβαίνει αυτό και συνέβαινε πάντα σε όλες τις εποχές κρίσεων. Αυτό που προσφέρει το θέατρο είναι η ζωντανή συνύπαρξη ανάμεσα στο κοινό και τους ηθοποιούς. Ανάμεσα σε ζωντανούς ανθρώπους στο εδώ και τώρα. Ένα κοινό βίωμα δηλαδή. Έτσι καλύπτεται αυτή η πραγματική ανάγκη συνύπαρξης χωρίς τη μεσολάβηση τεχνητών μέσων. Το θέατρο είναι η μόνη τέχνη που συμβαίνει εδώ και τώρα.
-Ξανασυνεργάζεστε με τον Στάθη Λιβαθινό πράγμα που σημαίνει ότι επιδιώκετε περισσότερο την ασφάλεια της κοινής γλώσσας, του δοκιμασμένου;
- Η συνεργασία μας δεν οφείλεται σε καμία ανάγκη ασφάλειας. Κάθε φορά είναι επιλογή. Κάθε φορά είμαστε μπροστά σε ένα καινούργιο ρίσκο που το αντιμετωπίζουμε από την αρχή και με καινούργιο τρόπο. Το ότι μιλάμε μια κοινή γλώσσα είναι θετικό μόνο για τη συνεννόηση και για να μη χάνουμε χρόνο. Από κει και πέρα τίποτα δεν είναι δεδομένο και τίποτα δεν αποτελεί επανάληψη. Ούτε η δική μου προσέγγιση ούτε του Στάθη Λιβαθινού είναι η σιγουριά θάλεγα, ακριβώς το αντίθετο. Μας αφορά το ρίσκο και η έκπληξη. Είναι σημαντικό πάντως για μια συνεργασία, εκτός από την κοινή γλώσσα και η κοινή επιθυμία.
-Η σχέση σας με την κυρία Άλβιν;
- Εχει προχωρήσει. Δεν είναι απέναντί μου πια, έχει ενσωματωθεί. Είναι δικό μου κομμάτι και τα προβλήματά της έχουν γίνει δικά μου. Αλλιώς δεν θα μπορούσα ούτε να την κατανοήσω ούτε να την αποδώσω. Όσο της προσφέρω το σώμα μου, την κίνησή μου, την αναπνοή μου, τόσο πιο βαθειά μπαίνω στον ψυχισμό της. Είναι μια διαδρομή μέσα μου που δεν τελειώνει ούτε με το τέλος των παραστάσεων. Πάντα υπάρχει μια καινούργια πτυχή που ανακαλύπτεις. Οι μεγάλοι ρόλοι δεν έχουν τέλος, δεν μπορείς να πεις ότι τους ξέρεις απολύτως. Δίνεις απλώς την δική σου εκδοχή-ερμηνεία. Γι αυτό και παίζονται ξανά και ξανά, γι αυτό και υπάρχουν τόσες πολλές και σημαντικές ερμηνείες.