To 1998 η Νόνικα Γαληνέα και η κόρη της Αμαλία Μουτούση συνεργάστηκαν στην "Ηλέκτρα" του Σοφοκλή που παίχτηκε στην Επίδαυρο σε σκηνοθεσία του Μιχαήλ Μαρμαρινού.Στα πλαίσια αυτού του εγχειρήματος είχε δοθεί μια συνέντευξη στο ΒΗΜΑ και την Μ. Λοβέρδου όπου "αποκαλύπτονται" τα θεατρικά απωθημένα και οι επιδιώξεις της υποψήφιας "Κλυταιμνήστρας" Νόνικας Γαληνέα.
- Κυρία Γαληνέα, τι ήταν αυτό που σας έκανε να σκεφθείτε ότι ήρθε η κατάλληλη στιγμή να παίξετε τραγωδία;
Ν.Γ.: «Ποτέ δεν επεδίωξα, μετά από 32 χρόνια στο θέατρο 35, αν βάλεις και τη σχολή , να παίξω στην Επίδαυρο. Η τραγωδία δεν ήταν κάτι που με συγκινούσε. Μπορώ να σου πω ότι έχω τόσο πολύ ταλαιπωρηθεί βλέποντας παραστάσεις που μου δημιουργούσαν μια καταπιεσμένη οργή την οποία λόγω του χαρακτήρα μου δεν μπορούσα να διατυμπανίσω και να διαλαλήσω. Ομολογώ ότι πολλές στιγμές ένιωθα ευτυχής που δεν μετέχω. Τρεις είναι οι λόγοι που με φέρνουν στο συγκεκριμένο γεγονός: ο ένας είναι ασφαλώς συναισθηματικός και οφείλεται στη συνύπαρξη που θα έχω με την Αμαλία Μουτούση μετά από 15 χρόνια. Κατά δεύτερο και πολύ σημαντικό λόγο, είναι και ο χώρος της Επιδαύρου με αυτή την περίπτωση. Και, κατά τρίτον, ο ρόλος, η Κλυταιμνήστρα, που ένιωθα πια πως είναι ένας ρόλος που αντιμετωπίζεται. Δεν είναι πέρα από τις υποκριτικές μου, τολμώ να πω, δυνατότητες. Μέσα από μια άλλη μορφή έχω ξαναπαίξει την Κλυταιμνήστρα, με την τριλογία του Ευγένιου Ο' Νιλ "Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα" με το Αμφι-θέατρο».
Τόλμημα η Επίδαυρος; Πώς το αντιμετωπίζετε;
Ν.Γ.: «Μια ζωή εκτίθεμαι και νομίζω ότι εκτίθεμαι πάντα μέσα από όρια απολύτως επιτρεπτά. Δεν μπορείς να είσαι δημόσιο πρόσωπο και να μην εκτίθεσαι. Και αυτό έχει και την ομορφιά του. Αλλά αυτομάτως ασκείς και μια αυτοκριτική, εκτός και αν είσαι ιδιαίτερα αφελής, που δεν νομίζω ότι είμαι... (γελάει) Δεν μπορώ να πω παραπάνω για την Επίδαυρο γιατί δεν έχω βιώσει αυτή την κρυάδα στην οποία όλοι αναφέρονται. Κουβαλάω όμως τον φόβο των συναδέλφων μου. Στο κάτω κάτω προτού γεννήσει μια μητέρα ακούει πολλά για τον τοκετό, χιλιάδες γυναίκες όμως γεννούν και η ζωή προχωράει. Πέρυσι άλλωστε δοκίμασα τη Μικρή Επίδαυρο, με κάτι τελείως διαφορετικό αλλά εξαιρετικά δύσκολο, τον Ρίτσο. Με ένα γυναικείο μονόλογο 18 σελίδων... Τώρα το μέγεθος του αγνώστου ευτυχώς θα το μάθω μετά».