Ο συγγραφέας του "Κέικ" Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης είχε μιλήσει τον περασμένο Μάρτιο στην Κ. Ανέστη και το popaganda.gr για τα συγγραφικά του σχέδια, για το ΕΜΠΡΟΣ, για τη Μ. Ντενίση και για το πόσο εύκολο είναι να "σερβίρεις" ένα "Κέικ" στους θεατές του Εθνικού.
«Δεν σου κρύβω τον φόβο μου μήπως κάποια στιγμή σε δω πρωταγωνιστή στην Ντενίση!», είπε κάποτε ο σκηνοθέτης Θόδωρος Τερζόπουλος στον Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη, τότε που ήταν ηθοποιός στο ένδοξο Εμπρός.
Νομίζω ότι υπάρχει κάτι το σαρδόνιο πίσω από τις εντάσεις και την εσωτερικότητα των κειμένων σου. Σα να σπας πλάκα σε κάποια σημεία. Κάνω λάθος;
Νομίζω ότι είναι πολύ σωστή η παρατήρησή σου. Ίσως με έλκει αυτός ο τρόπος να αντιμετωπίζω τους ήρωες -είτε σε ένα θεατρικό έργο, είτε σε ένα πεζογραφικό κείμενο- γιατί αισθάνομαι ότι αυτό το πράγμα το κάνει ούτως ή άλλως η ζωή σε όλους μας. Ενώ έχουμε τους στόχους, τα όνειρά μας, τις φιλοδοξίες μας, η ζωή με ένα πολύ σαρδόνιο τρόπο τα ακούει, χαμογελάει και είτε μας σπρώχνει προς την επιθυμητή κατεύθυνση, είτε μας παίρνει από το αυτί και μας τραβάει προς μια άλλη κατεύθυνση.
Και βέβαια ο συγγραφέας είναι ένας μικρός Θεός. Περίπου έτσι αισθάνεται μέσα στο συγγραφικό του σύμπαν. Ετσι κι εγώ, μέσα από αυτή τη «θεϊκή μου ιδιότητα» κάνω αυτό που κάνει η ζωή σε όλους μας. Χαμογελώ σαρδόνια.
Κι εσύ έτσι ασκείς μια μορφή εξουσίας.
Βέβαια.
Ποιο είναι το συναίσθημα που εισπράττεις από αυτή την εξουσία; Αμηχανία; Δικαίωση; Κάτι άλλο πολύ πιο βασικό:
Η χαρά της δημιουργίας. Η χαρά της παντοδυναμίας του συγγραφέα που φτιάχνει ανθρώπους, που φτιάχνει χώρους. Η παντοδυναμία να εξουσιάζει την εξέλιξη των ζωών, κάτι που στην ουσία δεν μπορεί κανείς να κάνει. Ένας συγγραφέας εξουσιάζει πραγματικά τους ήρωές του κι αυτό μου δίνει απίστευτη χαρά. Ισως για αυτό το λόγο, επειδή εκτονώνεται αυτή η χαρά, δεν θέλω να εξουσιάζω τις ζωές των ανθρώπων που βρίσκονται κοντά μου.
Όταν βγαίνεις από την κατάσταση της συγγραφής, πόσο απογοητευτική είναι η επιστροφή στην καθημερινότητα;
Είναι το αντίθετο: Από την καθημερινότητα και τον κόσμο επιχειρώ μια απόδραση και πηγαίνω σε έναν άλλο που είναι ιδανικός γιατί τον έχω φτιάξει εγώ. Δεν είναι η απογοήτευση όταν αντικρύζω τον πραγματικό κόσμο, είναι η χαρά όταν μπαίνω στον κόσμο των ηρώων μου.
Τι λέει για το Κέικ ο Β. Χατζηγιαννίδης
Όλα ξεκινάνε όταν μια ένοικος πηγαίνει στο διαχειριστή και παραπονιέται ότι κάποιος πετάει τη σακούλα με τα σκουπίδια από το μπαλκόνι και είναι ένα αίσχος αυτό. Ζητά να αναζητηθούν ευθύνες και να γίνουν συστάσεις. Ο διαχειριστής καλεί τα ύποπτα άτομα στο διαμέρισμα και μέσα από μία τύπου «αστυνομική» έρευνα που κάνει, κατορθώνει να φέρει κοντά αυτούς τους ανθρώπους. Την ώρα που μέσα στην κουζίνα ψήνεται ένα κέικ – γιατί ο διαχειριστής περιμένει την κόρη του- γίνεται μια περίεργη διεργασία και βγαίνουν απρόσμενα και απροσδόκητα πολλά ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα όλων. Θα γίνει μια σύρραξη, εξομολογήσεις, μια συμφιλίωση. Όλα αυτά στη διάρκεια ψησίματος ενός κέικ.
Γιατί επέλεξες τον τίτλο Κέικ;
Επίσης εκεί υπάρχει μια μικρή ειρωνεία: Το κέικ, όπως το έχω φανταστεί λουσμένο με ένα ροζ γλάσο, λειτουργεί τελείως αντιστικτικά ακόμη και στην αγριότητα που κάποιες στιγμές δημιουργείται μέσα στο διαμέρισμα. Το κέικ είναι ένα παιδικό γλυκό το οποίο σου δημιουργεί μια αίσθηση αθωότητας. Το ακριβώς αντίθετο από αυτό που υπάρχει στον κόσμο, των ενηλίκων τουλάχιστον.
Πηγή: popaganda.gr