Της Αγγελικής Καρυστινού
Τον συνάντησα στο θέατρο Αλίκη, λίγο μετά από την πρόβα του για το έργο του Θόρντον Ουάιλντερ « Ντόλυ, η Προξενήτρα», την ώρα που οι τεχνικοί δούλευαν πυρετωδώς στήνοντας το σκηνικό, ο Νίκος Βλασόπουλος ετοιμαζόταν να σταμπιλάρει φωτισμούς κι εκείνος χαμογελαστός συντόνισε το καινούργιο σύμπαν που δημιούργησε
Παρουσιάζεις για δεύτερη χρονιά τον «Πουπουλένιο» του Μάρτι Μακ Ντόνα στο Θέατρο Αθηνών. Αλλαγές υπάρχουν φέτος στην παράσταση;
Όχι, αλλά νομίζω ότι φέτος η παράσταση είναι καλύτερη από πέρσι. Είμαστε πιο δεμένοι και έχουμε αναπτύξει έναν κώδικά πια μεταξύ μας επί σκηνής.
Γιατί επέλεξες τον «Πουπουλένιο», ένα μάλλον σκοτεινό έργο...
Δεν είναι σκοτεινό κατά τη γνώμη μου, είναι ελαφρύ, με χιούμορ, είναι ένα παλίμψηστο με διαφορετικές ιδέες και θέματα που απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό. για Η αλήθεια είναι ότι όλοι μας -ο Νίκος ( Κουρής), ο Γιώργος (Πυρπασόπουλος), ο Οδυσσέας ( Παπασπηλιόπουλος) κι εγώ- θέλαμε πολύ να πούμε αυτή την ιστορία και νομίζω ότι δικαιωθήκαμε.
Είναι ένα έργο που ανήκει στο προκλητικό in –yer-face theatre. Είναι αλήθεια ότι μια μεγάλη μερίδα του κοινού, κι όχι μόνο του θεατρόφιλου κοινού, ενδιαφέρεται πλέον για αυτά τα έργα.
Αλήθεια είναι, αυτό το έργο έχει μια τόσο ισχυρή ιστορία που πραγματώνει τη βασική λειτουργία του θεάτρου: να δεις δηλαδή κάτι που σε αφορά και να το κρατήσεις στην καρδιά και στο μυαλό σου. Είναι ωραίο όταν μπορείς να πεις μια τέτοια ιστορία και μάλιστα με τους όρους που γίνεται σε αυτή την παράσταση.
Ποιο είναι το βασικό θέμα του «Πουπουλένιου»;
Είναι ένα έργο με μια πολύ γερή αστυνομική πλοκή, με πολλές ανατροπές και μαύρο χιούμορ, αλλά στην ουσία πραγματεύεται μια πληθώρα θεμάτων: τη σχέση τέχνης και ζωής, πώς οι ιστορίες μας επηρεάζουν τους άλλους, τη σχέση μας με την παιδική μας ηλικία, σχέσεις εξουσιαστή εξουσιαζόμενου… Βασικά, αυτό που με ενδιέφερε πάνω απ’ όλα εμένα σε αυτό το έργο, είναι η σχέση μας με τον ανήλικο εαυτό μας.
Πώς επιλέγεις ένα έργο;
Όταν κάνεις κάτι, ό,τι κι αν είναι αυτό, λες κάτι για τον εαυτό σου. Κάθε ιστορία που θα πούμε, ακόμα κι αν δεν εμπεριέχει κανένα αυτοβιογραφικό στοιχείο, αποκαλύπτει κάτι για εμάς… Εγώ, ας πούμε, έχω καλές αναμνήσεις από την παιδική μου ηλικία, αλλά με αφορά η τρυφερότητα του «Πουπουλένιου» και το πώς περιγράφει αυτή την περιπέτεια της ενηλικίωσης. Αυτό θέλω από ένα έργο: να έχει μια ιστορία που να με αφορά. Σήμερα, πολλοί κάνουν πολλοί θέατρο ως άσκηση ύφους, πράγμα που δεν είναι κακό. Για μένα όμως το θέατρο είναι μια τέχνη ρητορική, διατυπώνει συγκεκριμένα νοήματα, μεταφέρει ένα περιεχόμενο, απέναντι σε αυτό δεν μπορούμε αν είμαστε αδιάφοροι. Δε με ενδιαφέρει, νομίζω, μια άσκηση ύφους, με αφορά το τι λέγεται και όχι πώς λέγεται. Μόνο έτσι μπορώ να αντιληφθώ το θέατρο και την τέχνη εν γένει. Δεν μπορώ να απολαύσω, ας πούμε, ένα μουσικό θέμα, αν δεν ξέρω τους στίχους.
Πώς αποφάσισες να ασχοληθείς και με τη σκηνοθεσία;
Όλοι οι σκηνοθέτες που ξέρουμε σήμερα, καλοί ή κακοί, ξεκίνησαν ως ηθοποιοί. Είναι ένα φυσικό επακόλουθο μάλλον, όχι απαραίτητα βέβαια. Η σκηνοθεσία είναι μια διανοητική σύλληψη υψηλού επιπέδου. Πρέπει κατά πρώτον να συλλάβεις έναν ολόκληρο κόσμο, να φτιάξεις ένα μικρό σύμπαν. Και κατά δεύτερο, έχεις να επιλύσεις ένα σωρό μικρά προβλήματα κάθε δευτερόλεπτο. Μια σειρά από αποφάσεις που πρέπει να πάρεις… Για μενα σκηνοθεσία είναι να βάλεις σωστά μια σειρά από λεπτομέρειες τη μία δίπλα στην άλλη. Πολλές φορές ακούω να λένε: «Δεν πειράζει, αυτό είναι λεπτομέρεια», κι όμως αυτές οι λεπτομέρειες, αν είναι σωστές, παράγουν ένα καλό αποτέλεσμα…
Συνεργάζεσαι με πολύ ανατρεπτικούς και πειραματικούς σκηνοθέτες, οι δικές σου σκηνοθεσίες όμως είναι περισσότερο επικεντρωμένες στους ηθοποιούς, είναι σκηνοθεσίες ερμηνειών θα έλεγα…
Έχω σκοπό να λέω τις ιστορίες που μου αρέσουν από τη θέση που είμαι κάθε φορά. Μια σκηνοθεσία εξαρτάται και από τους συντελεστές και από το πού πρόκειται να παιχτεί. Μια σκηνοθεσία επιτυχημένη, κατά τη γνώμη μου, είναι να φτιάξεις το σωστό σύμπαν για το σωστό μέρος. Αλλιώς, για παράδειγμα, σκηνοθετείς μια παράσταση για ένα κεντρικό θέατρο, αλλιώς για το Φεστιβάλ Αθηνών. Αλλά, ξέρεις, για μένα δεν υπάρχει ο διαχωρισμός εμπορικού και ποιοτικού θεάτρου, ή όποιος άλλος διαχωρισμός. Ας πούμε, τα μακαρόνια με κιμά και η μοριακή κουζίνα είναι δυο εντελώς διαφορετικά πράγματα, δεν τίθεται σύγκρισης μεταξύ τους, ποιο είναι καλύτερο… Για μενα λοιπόν υπάρχει μόνο το βαρετό και το μη βαρετό θέατρο.
Ποιο θέατρο δεν είναι βαρετό;
Αυτό που καταφέρνει να με διαπεράσει, να με κάνει να κρατήσω την παράσταση μέσα μου μέρες μετά, που θέλει να πει κάτι. Πάσχει συνολικά η τέχνη από την έλλειψη επιθυμίας να πει κάτι συγκεκριμένο. Καλή παράσταση είναι αυτή που επιτελεί το σκοπό για τον οποίο φτιάχτηκε. Αυτό είναι κι ένα πρόβλημα της κριτικής στην Ελλάδα σήμερα, δεν εξετάζει αν κάτι λειτουργεί, αλλά διατυμπανίζει πώς θα έπρεπε να είχε γίνει..
Αγαπάς πολύ τις καλές ιστορίες. Πώς και δεν έχεις ασχοληθεί με τη συγγραφή;
«Η συνείδηση μας κάνει όλους δειλούς», όπως λέει και ο Σαίξπηρ στον «Άμλετ». Δεν τολμάω να γράψω, έχω διαβάσει τόσο σημαντικά πράγματα που απλώς δεν τολμώ, σέβομαι πολύ τον γραπτό λόγο. Ακόμα για να γράψω και το πιο απλό πράγμα, ένα μήνυμα ας πούμε, αφιερώνω άπειρες ώρες. Θα μου πεις τώρα, καλά το θέατρο δεν το σέβεσαι; (Γέλια) Ε, το θέατρο είναι ο φυσικός μου χώρος.
Επιπλέον, ετοιμάζεις και μια δεύτερη σκηνοθεσία στο Θέατρο Αλίκη , το έργο «Ντόλυ, η προξενήτρα» του Θόρντον Ουάιλντερ. Γιατί επέλεξες σήμερα αυτό το έργο;
Μου το πρότειναν βασικά η Βίκυ( Σταυροπούλου) ο Χρήστος (Χατζηπαναγιώτης), ο Θοδωρής (Πετρόπουλος) και η Ελένη Κούρκουλα. Αφού το διάβασα και το ξαναδιάβασα και το ξαναδιάβασα, όπως οφείλει να κάνει ένας σκηνοθέτης, ανακάλυψα ότι έχει ιδιαίτερες ποιότητες. Παρόλο που ανήκει στα ελαφρά έργα του Ουάιλντερ, είναι μια φάρσα δηλαδή με μια αυτονόητη διασκεδαστική πλευρά, έχει μια βαθιά κατανόηση της ανθρώπινης κατάστασης, γιατί ο Ουάιλντερ είναι πάντα ένας μεγάλος συγγραφέας.
Ασχολείσαι και με την πολιτική;
Είμαι σε μια επιτροπή διαλόγου με το «Ποτάμι», αλλά δεν ανήκω σε κανένα κόμμα. Με ενδιαφέρει το πολιτικό αδιέξοδο, το παρατηρώ και θέλω να ξεφύγουμε από τον καινούργιο δικομματισμό. Αλλά δε θέλω να ασχοληθώ παραπάνω με την πολιτική. Θαυμάζω όσους είναι επιτυχημένοι στο χώρο τους και μπαίνουν στην πολιτική. Η πολιτική είναι ένα φοβερό άγριο βαλτόνερο, που νομίζω ότι αν κάποιος άνθρωπος παίρνει ικανοποίηση από άλλες πλευρές της ζωής του δεν μπορεί να παραμείνει μέσα. Δε νομίζω ότι θα άντεχα να έμενα σε μια Βουλή όπου θα έπρεπε να συγχρωτίζομαι με ανθρώπους που δεν εκτιμώ.
Πώς βλέπεις σήμερα τα πράγματα στο θέατρο;
Είμαι φύσει αισιόδοξος εκ των πραγμάτων. Κι σε ένα τρακάρισμα αν βρεθώ, αν δεν είναι φυσικά μοιραίο, το θεωρώ ως μια ευκαιρία γνωριμίας. Παρά την υπερβολή λοιπόν των πολλών θεαμάτων σήμερα, έχουμε λόγους να χαιρόμαστε για το θέατρο στην Ελλάδα. Μέσα σε αυτό το δημιουργικό χάος, γεννιούνται πολύ ενδιαφέρουσες προσπάθειες Επίσης σέβομαι τους ηθοποιούς που ξεκινούν να υλοποιήσουν ένα όνειρο, δεν περιμένουν να τους καλέσουν για δουλειά, αλλά μαζεύονται και φτιάχνουν κάτι αξιόλογο. Ευτυχώς υπάρχει κόσμος που ασχολείται δημιουργικά με το θέατρο και κόσμος που πηγαίνει στο θέατρο. Είναι επίσης καλό ότι υπάρχουν σήμερα καλές εμπορικές παραστάσεις. Όταν ανθίζει ένα τομέας, τότε υπάρχει η δυνατότητα να φτιάξεις και κάτι πιο περίεργο, να προχωρήσεις λίγο παρακάτω.
Ένα μεγάλο σου όνειρο;
Δεν έχω, είμαι σε μια εποχή που κάνω σχέδια, όχι όνειρα, διαμορφώνω σχέδια. Θα ήθελα να λέω ιστορίες σε αυτή τη συνθήκη του «Πουπουλένιου». Πρέπει να μας δεις στα καμαρίνια πριν από την παράσταση, πόσο πολύ συζητάμε γι’ αυτό που κάνουμε… Και ο τρόπος που είμαστε δεμένοι, μου δίνει μια αίσθηση ομάδας που δεν είναι όμως ακριβώς ομάδα. Και στην «Ντόλυ» υπάρχει κάτι ανάλογο: ότι πάνω απ’ όλα είναι η παράσταση κι όχι ο καθένας προσωπικά.
Σε ευχαριστώ πολύ.
Κι εγώ