Ο Θοδωρής Βουτσικάκης είναι ένας καταπληκτικός τραγουδιστής με πολλές και σημαντικές συνεργασίες, όπως με τη Συμφωνική Ορχήστρα Θεσνικης, την Dulce Pontes, τον Luis Borda και τον Δ.Μαραμή. Φέτος όμως δοκιμάζεται και στο μιούζικαλ, αναλαμβάνοντας το ρόλο του Ντόριαν Γκρέι , στην μουσική παράσταση της Άσπας Τσεσμελή που παρουσιάζεται για έξι παραστάσεις στο Regency Casino στη Θεσσαλονίκη.
Είστε κατά βάση τραγουδιστής, όμως φέτος δοκιμάζεστε σε ένα μιούζικαλ. Πώς πήρατε αυτή την απόφαση και πώς είναι αυτή η πρώτη σας εμπειρία ως ηθοποιός;
Αν θα έπρεπε να χρησιμοποιήσω μία λέξη θα ήταν σίγουρα αυτή του τραγουδιστή και όχι του ηθοποιού. Ωστόσο, η έννοια της «σκηνής» περιλαμβάνει πολλά πράγματα, τα οποία δεν ταυτοποιούνται τόσο απλά. Έχω ασχοληθεί με το θέατρο στο πλευρό ενός πολύ σημαντικού ηθοποιού και δασκάλου, του Χρήστου Παπαστεργίου, ενώ κόλλησα το «μικρόβιο» για το μουσικό θέατρο παρακολουθώντας τα πρώτα σεμινάρια που έκανε η Σία Κοσκινά στη Θεσσαλονίκη. Ο «Ντόριαν Γκρέι» είναι η τρίτη μουσικοθεατρική παράσταση που κάνω μέσα σε ένα χρόνο και απ’ ό,τι φαίνεται έχω μπει για τα καλά στον χορό!
Όσο για την απόφαση, ουσιαστικά την πήρε η Άντα Τσεσμελή, σκηνοθέτης και κειμενογράφος του συγκεκριμένου έργου, η οποία λίγο καιρό μετά τη γνωριμία μας, εμφανίστηκε με μία «πρόταση» λέγοντάς μου πως αυτό είναι για σένα! Ε, και όπως φαντάζεστε η δική μου απόφαση μετά ήταν μονόδρομος!
Επειδή πρόκειται για ένα jukebox musical, η πρόκληση ήταν κατά βάση μουσική και τραγουδιστική, προκειμένου να κατορθώσω να συνδυάσω πολλά διαφορετικά μουσικά είδη και όλα μαζί να ερμηνευτούν με έναν τρόπο που ταιριάζει στη φιγούρα του «Ντόριαν Γκρέ». Ύστερα, προστέθηκε και η πρόκληση της υποκριτικής και της δραματουργίας, προσπαθώντας μέσα από τα λιτά κείμενα και τους «αποφθεγματικούς» διαλόγους της Α.Τσεσμελή να αποδοθούν όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία αυτού του παγκοσμίως γνωστού χαρακτήρα του Όσκαρ Ουάιλντ. Πρόκειται σίγουρα για μια πολύ σπουδαία εμπειρία για μένα.
Τι είναι για εσάς ο Ντόριαν Γκρέι; Πώς τον προσεγγίσατε;
Ο Ντόριαν αν ήταν υπαρκτό πρόσωπο σίγουρα θα ήταν πρώτος στη λίστα της Ιντερπόλ. Πρόκειται για έναν ηδονοθήρα, που αποφάσισε να βιώσει όλα του τα απόκρυφα όνειρα και επιθυμίες, δίχως να υπολογίζει τις συνέπειες. Ένας «άνθρωπος» που τόλμησε να κάνει συμφωνία με το διάβολο προκειμένου να διατηρήσει τα νιάτα του. Αυτή όμως είναι η σκοτεινή πλευρά του. Υπάρχει και η άλλη πλευρά, η οποία σκιαγραφείται στο τέλος, στο σημείο που ερωτεύεται πραγματικά. Σε μένα προσωπικά, έπαιξε ρόλο και αυτή, καθώς πιστεύω πως στην ψυχοσύνθεση ενός ανθρώπου δεν υπάρχει άσπρο και μάυρο, αλλά αμέτρητες αποχρώσεις του γκρι. Άρα σε όλη την αμαρτωλή πορεία της ζωής του υπήρχαν σκέψεις, τύψεις και ενοχές που υποχωρούσαν σε σχέση με τα πάθη του. Η προσέγγισή μας λοιπόν έχει να κάνει με μία φιγούρα που ακροβατεί μεταξύ διαστροφής και πραγματικότητας, με ένα χαρακτήρα που στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του νοιάζεται μόνο για τη μοναδικότητα και τις ηδονές της κάθε στιγμής. Και όλο αυτό μέσα από τον τραγουδιστικό κατά βάση χαρακτήρα μου επί σκηνής.
Θα μπαίνετε ποτέ στη διαδικασία να κάνετε ό,τι έκανε κι εκείνος;
Σε καμία περίπτωση. Είναι ότι πιο «κόντρα» υπάρχει σε μένα. Όσο για το έργο, αυτό που έκανα είναι να σκεφτώ πως θα αισθανόμουνα και θα αντιδρούσα αν όντως συμπεριφερόμουν όπως ο Ντόριαν. Κάτι παραπάνω, (αυτό που πολλοί ονομάζουν method acting, στην προσπάθεια να προσομοιώσουν τη ζωή των χαρακτήρων που υποδύονται ), ίσως χρειαζόταν αν μιλούσαμε για ένα αμιγώς θεατρικό έργο.
Πόσο κοντά στο βιβλίο του ο. Ουάιλντ είναι η παράστασή σας;
Η παράσταση, όπως προανέφερα, είναι ένα jukebox musical. Γνωστά τραγούδια δηλαδή και μουσικές πολλών διαφορετικών στιλ που ενώνονται σε μία ιστορία. Απλά στην περίπτωση μας αυτή η ιστορία είναι τόσο γνωστή και χαρακτηριστική. Ουσιαστικά, το βασικό κομμάτι του δικού μας έργου, είναι η ζωή του Ντόριαν περιπλανώμενου στα διάφορα μέρη της γης. Το ίδιο κομμάτι δεν υπάρχει στο έργο του O.Wilde. Άρα σε καμία περίπτωση δε μιλάμε για ταύτιση, απλώς για συνάφεια.
Προσπαθήσαμε να διατηρήσουμε την ίδια ατμόσφαιρα, και με πολύ συνέπεια να μετατρέψουμε τους μυθιστορηματικούς χαρακτήρες σε τραγουδιστικούς. Κατά τη γνώμη μου και η Α.Τσεσμελή «πρόσθεσε» το κομμάτι αυτό που λείπει από το βιβλίο με τη δέουσα προσοχή, δημιουργώντας έτσι μία τελείως ξεχωριστή και διακριτή παράσταση που όμως σέβεται την αρχική ιδέα έμπνευσης και το συγγραφέα.
. Θα μπαίνετε ποτέ στη διαδικασία να κάνετε ό,τι έκανε κι εκείνος;
Το μιούζικαλ στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια γνωρίζει μεγάλη άνθηση... Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτό;
Είναι αλήθεια ότι το μιούζικαλ γνωρίζει άνθιση τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα και θα τολμούσα να χρησιμοποιήσω και τον όρο ότι έγινε της «μόδας». Ακόμα κι έτσι όμως είναι θετικό και αισιόδοξο, καθώς τόσα χρόνια έπρεπε να «μεταναστεύσει» ο κόσμος που ήθελε να παρακολουθήσει τέτοιες παραστάσεις, πόσω μάλλον οι καλλιτέχνες που ήθελαν να συμμετέχουν. Αυτό όμως δε σημαίνει κάτι παραπάνω από το ότι έχουμε πολύ δρόμο ακόμα για αν υποστηρίξουμε σαν χώρα και σαν καλλιτεχνικός κόσμος αυτό το μουσικό είδος. Νομίζω πως απλά ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, μιας και στην Ελλάδα μας διακρίνει γενικά μια χρονοκαθυστέρηση, συν του ότι κάποιοι άνθρωποι που πεισματικά προσπαθούν τόσα χρόνια, άρχισαν και βρίσκουν πρόσφορο έδαφος.
Ετοιμάζετε και κάτι άλλο για φέτος;
Φέτος ήταν μια πολύ σημαντική χρονιά για μένα, καθώς εκτός των άλλων κυκλοφόρησε και η πρώτη μου δισκογραφική δουλειά, η «Αισθηματική Ηλικία» σε μουσική του Δημήτρη Μαραμή. Συνεχίζουμε οπότε τις εμφανίσεις με το συνθέτη παρουσιάζοντας αυτή τη δουλειά, ενώ το 2015 θα παρουσιάσω και το πρώτο μου συναυλιακό πρότζεκτ σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και ελπίζω και διασυνοριακά.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Κι εγώ.