Έπειτα από δυο χρόνια απουσίας από το Νέο Ελληνικό Θέατρο, ο Γιώργος Αρμένης επιστρέφει στη βάση του και μάλιστα μ’ ένα δικό του έργο. Το «Μαντζουράνα στο κατώφλι… γάϊδαρος στα κεραμίδια» γράφτηκε το 1978 και πρωτοπαρουσιάστηκε από τη Λαϊκή Σκηνή του Θεάτρου Τέχνης το 1980. Το 2000 ανεβαίνει ξανά, επικαιροποιημένο από τα ΔΗΠΕΘΕ Βέροιας και Σερρών.
«Το αποχωρίστηκα με βαριά καρδιά το Νέο Ελληνικό Θέατρο για δυο χρόνια. Είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα για όλους μας, γι’ αυτό κι’ εγώ έψαξα για ένα μεροκάματο, το οποίο δεν έχω πάρει ακόμη! Δυστυχώς μου χρωστάνε, κι’ έτσι είπα στον εαυτό μου ότι δε θέλω να ξαναβρεθώ σ’ αυτόν τον κόσμο. Πιστεύω ότι το θέατρο έχει άλλη αποστολή, κι’ ένα άλλο σκηνικό ήθος», μας λέει ο Γιώργος Αρμένης σ’ ένα ολιγόλεπτο διάλειμμα από τις πρόβες τις παράστασης, η οποία θ’ ανέβει στο πρώτο δεκαήμερο του Νοεμβρίου.
Τον παρακολουθώ να δίνει σκηνοθετικές οδηγίες, να παίζει, να σκέφτεται πάνω και κάτω από τη σκηνή. Αναρωτιέμαι γιατί επέλεξε το συγκεκριμένο δικό του έργο για την επιστροφή στη βάση του.
«Ήθελα να σημαδέψω την επιστροφή μου μ’ ένα έργο δικό μου, το οποίο έχει κάνει μεγάλη επιτυχία και πολύς κόσμος, ειλικρινά μου το ζητούσε. Είναι ένας πιστός κόσμος, ο οποίος με ακολουθεί όλα αυτά τα χρόνια, απ’ όταν βγήκα στο Θέατρο Τέχνης, μέχρι σήμερα. Πέρα απ’ αυτό όμως, ήταν και δική μου ανάγκη, γιατί ήρθε η κατάλληλη πάλι στιγμή χρονικά. Κάτι μέσα μου, μου έλεγε ότι αυτό που ζούμε είναι «Μαντζουράνα στο κατώφλι…γάϊδαρος στα κεραμίδια», ό,τι πιο παράλογο που μας δίνει αυτή η λαϊκή ρήση από την οποία πήρα και τον τίτλο. Λυπάμαι βέβαια, που είναι τόσο επίκαιρο το έργο, θα ήθελα να μη είναι και να πάω μπροστά, γράφοντας κάτι άλλο. Όμως είναι ένα έργο πολύ χαρούμενο, με γέλιο και συγκίνηση. Δεν είναι επιθεώρηση του συρμού».
Συζητάμε αρκετά, κτυπούν τηλέφωνα, η βοηθός του τον φωνάζει για να ξεκινήσουν και πάλι πρόβα. Λίγο πριν τελειώσουμε, ρωτάω γιατί να επιλέξει κάποιος να δει την παράστασή τους. «Είναι για μένα ένα πολύ ιδιαίτερο έργο, γιατί το έγραψα, το σκηνοθέτησα, το έπαιξα. Η «Μαντζουράνα» είναι ένα από τα καλύτερα πράγματα που έχω κάνει στη νιότη μου. Ο θεατής θα έρθει να παρακολουθήσει μια επιθεώρηση όμορφη, η οποία θα του λειάνει πολλές άγριες γωνίες. Θα τον ηρεμήσει».
Μαρένα Καδιαγιαννοπούλου