Ο Άντον Τσέχωφ γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 1860 στην φτωχή πόλη Ταγκανρόγκ, ένα λιμάνι στη νότια Ρωσία. Ήταν το τρίτο από τα έξι παιδιά της οικογένειάς του και μεγάλωσε σε πολύ αυστηρό και θρησκευτικό περιβάλλον. Ο πατέρας του ήταν αλκοολικός, ωστόσο ήταν πολύ αυστηρός με την εκπαίδευση των παιδιών του. Το 1967 φοίτησε με τον αδερφό του στο ελληνικό δημοτικό σχολείο του Νικολάου Βουτσινά, ενώ από το 1968 στο ρώσικο σχολείο της περιοχής του.
Καλός μαθητής δεν υπήρξε ποτέ, αλλά ήδη από τα χρόνια αυτά απέκτησε τη φήμη του παραμυθά και του ευφυολόγου. Όταν το 1875 η οικογένειά του πτωχεύει και φεύγει στη Μόσχα, ο Τσέχωφ μένει πίσω για να ολοκληρώσει τις σπουδές του, ενώ παράλληλα εργάζεται για να μπορέσει να ζήσει. Έχει ήδη αρχίσει να γράφει διηγήματα. Το 1979 πηγαίνει και αυτός στη Μόσχα, όπου γράφεται στην ιατρική σχολή. Όντας φοιτητής, δημοσιεύει περίπου 300 κείμενα, ενώ συνεργάζεται με χιουμοριστικά περιοδικά της Μόσχας και της Πετρούπολης ως σατιρίζοντας την καθημερινή ζωή στους δρόμους.
Το 1882 γράφει ένα τετράπρακτο θεατρικό έργο, το οποίο όμως απορρίπτεται από το θέατρο Μάλι και ο Τσέχωφ το καταστρέφει. Πιθανότατα το έργο αυτό να ήταν ο Πλατόνωφ, που ανακαλύφθηκε σε μια πρώτη γραφή το1920. Το 1884 αποκτά το πτυχίο του και αρχίζει να εργάζεται ως γιατρός. Παράλληλα εκδίδει την πρώτη συλλογή διηγημάτων του «Παραμύθια της Μελπομένης». Καθώς συνεχίζει να κυκλοφορεί συλλογές, χαρακτηρίζεται ως πρωτοπόρος καλλιτέχνης της νέας γενιάς. Το 1886 κι ενώ γράφει την πρώτη μορφή του «Οι βλαβερές συνέπειες του καπνού», μαθαίνει ότι πάσχει από φυματίωση. Την επόμενη χρονιά, η παράσταση του έργου του «Ιβάνωφ» σημειώνει αποτυχία, ωστόσο συνεχίζει την παραγωγή του και την επόμενη χρονιά παρουσιάζει τα «Κύκνειο Άσμα», «Στέππα» και «Αρκούδα». Μεγάλη επιτυχία σημειώνει η παράσταση του «Ιβάνωφ», από το θέατρο Μαριίνσκι αυτή τη φορά, στη Μόσχα. Γνωρίζεται με τον Στανισλάβσκι.
Ενώ συνεχίζει την πλούσια θεατρική παραγωγή του, εγκαθίσταται το 1892 στο Μελίχοβο της Ουκρανίας, όπου ως γιατρός εξυπηρετεί 26 χωριά και 7 εργοστάσια. Προηγουμένως, έχει επισκεφτεί τη νήσο Σαχαλίνη, μελετώντας τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των καταδίκων. Η κοινωνική του συνείδηση φαίνεται και όταν γράφει το 1889 το «Στοιχειό του δάσους» το 1889, που απορρίπτεται από τη λογοκρισία. Επίσης, το 1896, με χρήματα που συγκεντρώνει από εράνους, φιλανθρωπίες και παραστάσεις, χτίζει το σχολείο στο Ταλέζ, αργότερα και στη Γιάλτα.
Το 1895 γράφει τον «Γλάρο», που κάνει την εντελώς αποτυχημένη πρεμιέρα του το 1896, ωστόσο είχε πιο επιτυχημένη πορεία στη συνέχεια. Το 1898 ο «Γλάρος» παίζεται στο Θέατρο Τέχνης στη Μόσχα, σε μια παράσταση που καταξιώνει το έργο και τον συγγραφέα τον ίδιο στη συνείδηση της κριτικής και του κοινού. Ήδη σε αυτήν την παράσταση έχει γοητευτεί από την ηθοποιό Όλγα Κνίππερ, που κρατούσε τον ρόλο της Αρκάντινα. Ακολουθούν οι τεράστιες επιτυχίες του «Θείου Βάνια» το 1899, των «Τριών Αδερφών» το 1901, του «Βυσσινόκηπου» το 1904. Το 1899 εκλέγεται μέλος της Ρωσσικής Ακαδημίας. Στις 15 Ιουλίου 1904 πεθαίνει στην πόλη Μπαντερβάιλερ στη Γερμανία, όπου έχει πάει για ανάπαυση, λόγω της επιδείνωσης της υγείας του. Το κωμικό, όμως, δεν τελειώνει με τον θάνατό του. Η σορός του μεταφέρεται στη Ρωσία σ' ένα βαγόνι με στρείδια κι από λάθος οι παριστάμενοι ακολουθούν έναν άλλο νεκρό στρατιωτικό με τη συνοδεία μπάντας. Πάνω από τον τάφο του, στο κοιμητήρι Νοβοντέβιτσι υπάρχει μια κερασιά.
Οι ήρωες του Τσέχωφ είναι άνθρωποι της ανώτερης κυρίως τάξης, που χάνονται μέσα στην πνιγερή ατμόσφαιρα της ρώσικης επαρχίας, που ο ίδιος τόσο καλά γνώρισε όντας γιατρός. Έχει ειπωθεί για τον Τσέχωφ, ότι ουσιαστικά τίποτα δε συμβαίνει στα έργα του. Η αδράνεια είναι εξαπλωμένη παντού. Συνήθως βλέπουμε την ιστορία της αναστάτωσης κάποιων ηρώων, από την «εισβολή» στη ζωή τους κάποιων άλλων, πιο κοσμικών, πιο «σημαντικών» ηρώων. Ο θείος Βάνιας, ο Κόστια, η Νίνα, είναι οι ήρωες που μένουν πίσω και βλέπουν ότι έχουν θυσιάσει τη ζωή τους σ’ έναν σκοπό, που αρνείται να δικαιώσει την ύπαρξή τους. Και όλα αυτά, ενώ ο χρόνος περνάει ανελέητα! Οι εισβολείς είναι η Αρκάντινα, ο Ντορν, η Έλενα και άλλοι, που όταν επιστρέφουν στην κανονική τους ζωή, επιτείνουν την αίσθηση ματαιότητας στις ζωές αυτών που μένουν πίσω.
Το ανανταπόδοτο στον έρωτα, τα ερωτικά τρίγωνα και οι συγκρούσεις είναι μοτίβα πάντα παρόντα στα έργα του, καθώς και ο ρόλος της φύσης, που αντανακλά το έντονο ενδιαφέρον του Τσέχωφ για την οικολογία και την αγάπη του για τη φυσικό περιβάλλον. Αλλά και οι θυελλώδης έρωτές του αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης και καυστικών σχολίων, διαμέσου των ηρώων του. Η ειρωνική αποδοχή της ζωής και το στοιχείο του αυτοσαρκασμού είναι παράγοντες του κωμικού και ταυτόχρονα του πικρού στοιχείου που διαπνέει τα έργα του.
Ο Τσέχωφ, έχει να επιδείξει και πολύ μεγάλη λογοτεχνική δραστηριότητα, εκτός από τη δραματουργική. Στην πατρίδα του θεωρείται ότι ανήκει στους σπουδαιότερους συγγραφείς της Ρωσίας. Και στο θέατρο, θεωρείται από τους σημαντικότερους δραματουργούς, που πρόσφερε αξεπέραστα διαμάντια στην παγκόσμια δραματουργία.
Πηγή φωτογραφίας: mhpbooks.com