Αθηναϊκή επιθεώρηση και κωμειδύλλιο
Περίπου στα μέσα της δεκαετίας του 1890, το κωμειδύλλιο έδειξε έντονα σημάδια κόπωσης. Τότε έκανε την εμφάνισή της η επιθεώρηση, ένα νέο θεατρικό είδος που κληρονόμησε τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό του κωμειδυλλίου, αλλά τον καλλιέργησε σε μια φόρμα πιο κατάλληλη για τον σκοπό αυτό.
Σημαντική διαφορά ανάμεσα στα δυο θεατρικά είδη είναι ότι στο κωμειδύλλιο ολόκληρη η παράσταση είναι ένα έργο με αρχή, μέση και τέλος, ενώ η επιθεώρηση είναι σπονδυλωτό θέαμα με αυτόνομα θεατρικά σκετς, τα λεγόμενα «νούμερα».
Η σημασία της μουσικής στην επιθεώρηση
Στο νέο αυτό θεατρικό είδος η μουσική είχε ίση αν όχι και μεγαλύτερη βαρύτητα από το κείμενο. Το μεγαλύτερο μέρος του κοινού θεωρούσε τη μουσική σημαντικότερη κι από την ίδια την παράσταση και δεν πρέπει να θεωρηθεί τυχαίο ότι ενώ τα κείμενα παρέμεναν ανέκδοτα, τα τραγούδια εκδίδονταν σε παρτιτούρες και κυκλοφορούσαν ευρύτατα. Τα τραγούδια αυτά, ήταν που δημιουργούσαν τη μεγάλη επιτυχία στις επιθεωρήσεις και έκαναν τους ίδιους ανθρώπους να πηγαίνουν ξανά και ξανά σε μια παράσταση. Έντυπα των αρχών του 20ου αιώνα μιλούσαν για ένα κοινό τόσο ενθουσιώδες, ώστε οι ηθοποιοί να υποχρεώνονται να επαναλάβουν ένα τραγούδι ακόμα και ... δώδεκα φορές
Πώς φτιάχνονταν τα τραγούδια
Στα πρώτα της βήματα η επιθεώρηση ακολουθεί την πρακτική του κωμειδυλλίου, ξεσηκώνοντας ατόφιες τις μελωδίες από ευρωπαϊκές οπερέτες και προσαρμόζοντας επάνω τους ελληνικούς στίχους. Η αντιγραφή αυτή όχι μόνο δεν αποτελούσε ντροπή αλλά ήταν λόγος διαφήμισης της συγκεκριμένης παράστασης. Λίγοι μουσικοί έμπαιναν στον κόπο να διασκευάσουν ή να παραλλάξουν ελαφρώς μια μελωδία. Οι περισσότεροι την διατηρούσαν στην αρχική της μορφή, ενώ το να μπαίνουν οι μελωδίες ατόφιες στα ελληνικά έργα αποτελούσε επίσημη θέση αρκετών μουσικών και συγγραφέων. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο Γρηγόριος Ξενόπουλος ο οποίος πίστευε ότι η διασκευή αλλοίωνε τον χαρακτήρα και την προσωπικότητα της μουσικής.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της πρακτικής αυτής είναι το «Εγώ είμαι η νέα γυναίκα», από τα Παναθήναια του 1908. Υπογράφεται από τον Θεόφραστο Σακελλαρίδη, αλλά η μελωδία του αντιγράφηκε από το ιταλικό τραγούδι «Birbantella».
Ήταν τόσο μεγάλος ο πόθος του κοινού για γνωστές ευρωπαϊκές μελωδίες ώστε ο Κλέων Τριανταφύλλου, ο γνωστός Αττίκ, του οποίου η μουσική χαρακτηριζόταν από προσωπικό ύφος και πρωτοτυπία, δεν κατάφερε να σταδιοδρομήσει στην επιθεώρηση.
Οι πρώτες επιθεωρήσεις
Το είδος της επιθεώρησης ξεπήδησε το καλοκαίρι του 1894 όταν το κωμειδύλλιο συναντήθηκε με την επιθεωρησιακού χαρακτήρα ισπανική «Γραν Βία». Η παράσταση αυτή έγινε μεγάλη επιτυχία, ενώ οι ελληνικές επιθεωρήσεις που ακολούθησαν λεηλάτησαν ανηλεώς τις μελωδίες της.
Η πρώτη ελληνική επιθεώρηση που έκανε την εμφάνισή της στο κοινό της Αθήνας ήταν το «Λίγο απ’ όλα» του Μίκιου Λάμπρου το 1894. Ακολούθησε μια δεκάχρονη σιωπή, για να επανεμφανιστεί δριμύτερη στις αρχές του 20ου αιώνα και να φθάσει, με περιόδους ακμής και παρακμής, μέχρι τις μέρες μας. Οι ετήσιες επιθεωρήσεις όπως Τα Παναθήναια , ο Παπαγάλος, το Πανόραμα, ο Πειρασμός, κ.ά. άφησαν έναν μεγάλο αριθμό από τραγούδια που ο απόηχός κάποιων από αυτά φθάνει μέχρι τις μέρες μας.
Οι συνθέτες
Πολλοί μουσικοί συνέβαλαν στην διαμόρφωση της μουσικής της επιθεώρησης όπως ο Άγγελος Μαρτίνο , ο Αντώνης Βώττης , ο Γρηγόρης Κωνσταντινίδης κ.ά. Ανάμεσά τους εξέχουσα θέση κατέχει ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης , ο οποίος ενώ στα πρώτα βήματα της επιθεώρησης αποδείχθηκε δεξιοτέχνης της αντιγραφής, αργότερα αφήνοντας τη συνθετική του ικανότητα να φανεί, άφησε μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια της ελληνικής σκηνής.
Κατά την περίοδο του μεσοπολέμου η επιθεωρησιακή μουσική γράφεται από συνθέτες όπως Σώσος Ιωαννίδης , Κώστας Γιαννίδης , Γρηγόρης Κωνσταντινίδης , Αντώνης Βώττης ενώ ακόμα και ο Αττίκ υποχωρώντας στη γοητεία της επιθεώρησης γράφει το Παρί – Psiri , Τα κείμενα και τα τραγούδια αποδίδονταν από σημαντικούς κωμικούς ηθοποιούς όπως ο Πέτρος Κυριακός , ο Κυριάκος Μαυρέας, η Νίτσα Λαζαρίδου.
Οι συγγραφείς
Πολλοί συγγραφείς έγραψαν κείμενα για την επιθεώρηση αλλά και στίχους για τα τραγούδια της. Μερικοί όπως οι Μπάμπης Άννινος , Πολύβιος Δημητρακόπουλος, Δημήτρης Γιαννουκάκης , Τίμος Μωραϊτίνης, Παναγιώτης Παπαδούκας , Μίμης Τραϊφόρος . Η θεματολογία των επιθεωρήσεων έλκεται από την πολιτική και κοινωνική επικαιρότητα, ενώ σατιρίζονται έντονα οι λαϊκοί τύποι.
Μεταπολεμικά η επιθεώρηση γνωρίζει νέα άνθηση. Νέοι συνθέτες έρχονται να προστεθούν στους παλαιότερους όπως ο Μίμης Πλέσσας, ο Γιώργος Κατσαρός, κ.ά. ενώ ευκαιριακά γράφουν για την επιθεώρηση
ο Μανόλης Χιώτης , ο Μάνος Χατζιδάκις κ.ά.
Οι ηθοποιοί που παίζουν τα χρόνια εκείνα είναι Γεωργία Βασιλειάδου, Σπεράτζα Βρανά, Γιάννης Γκιωνάκης, Χρήστος Ευθυμίου, Τάκης Μηλιάδης, Μαρίκα Νέζερ κ.ά.