25 Δεκεμβρίου 1995. Έχω δύο πεντοχίλιαρα στον κουμπαρά μου. Το ένα λάφυρο από τα κάλαντα, το άλλο μου το' χε δώσει η νονά μου. Ήταν και η γιορτή μου. Μου φτάνουν.
Η Αθήνα τότε ήταν μακριά. Και η Καλαμάτα στο δικό μου μυαλό κάτι πολύ νότιο. 2-3 φορές παίζει να 'χαμε ανέβει, οικογενειακώς. Την είχα συνδυάσει με μουσεία και συνέδρια της δασκαλικής ομοσπονδίας (παιδί δασκάλων). "Θέλω να δω τη Βουγιουκλάκη στη "Μελωδία της ευτυχίας" ". Και ενώ όλες τις προηγούμενες φορές και οι δυο μου γονείς πρόβαλαν 12.345 δικαιολογίες "πού να τρέχουμε..είναι και το μωρό. Ταλαιπωρία", εκείνη τη φορά ο μπαμπάς μου είπε ένα "Ό,τι θέλει η ζουρλή μου" και αυτό ήταν. Εξάλλου, δεν τους είχα ζητήσει ποτέ τίποτα. "Καταραμένη αυτάρκεια.."
28 Δεκεμβρίου 1995. Στην οδό Αμερικής. Λίγο πριν τις 9. Πω, πω θυμάμαι και τι φορούσα. Κόκκινο μπουφάν και ένα δαχτυλίδι που είχα κερδίσει από ένα παγωτό ("καραμπόλα", σιγά μην υπάρχει τώρα). Από κάπου στην Πανεπιστημίου είχαμε αγοράσει ένα λουλούδι που ήταν σ' ένα κουτί μέσα, μου' χε κάνε εντύπωση. Θυμάμαι και την τιμή: 1000 δρχ (καφέ νόμισμα με τον θεό Απόλλωνα;). Μετά από 19 χρόνια συνειδητοποιώ ότι ναι, σίγουρα η κυρία στο ταμείο πρέπει να πανικοβλήθηκε βλέποντάς με να παρατηρώ τις κορνίζες στους τοίχους με τόση αφοσίωση γι' αυτό και μου 'δωσε εισιτήριο που έγραφε "σειρά δεύτερη". Δε θυμάμαι, το πιστεύεις;, την υπόθεση της "Μελωδίας". Ίσως να την βρήκα βαρετή. Θυμάμαι όμως άλλα πράγματα. Την Αλίκη στο βάθος της σκηνής να μιλάει με τον Γαλανό εκτός ρόλου ή στο τέλος να κοιτάζει αυστηρά ένα μικρό κορίτσι, το μικρότερο απ' όλα γιατί κάπου φάλτσαρε.
Ουρά στα καμαρίνια. Εγώ πρώτη-πρώτη. Τσεκάρω το λουλουδάκι. Όλα καλά.
Σε απόλυτη μουγγαμάρα της το δίνω και στέκομαι για λίγο απέναντί της. "Παναγία μου, κάτι μάτια!" μου λέει δυνατά και μου τσιμπάει το μάγουλο. Απομακρύνομαι, παίρνω το γνωστό αυτόγραφο-φωτοτυπία από τον κύριο στο τέλος του διαδρόμου, βγαίνουμε στην οδό Αμερικής, αλλά εγώ ξαναμπαίνω μέσα, βρίσκω τον κύριο με τ' αυτόγραφα, βγάζω το δαχτυλίδι του παγωτού και τον παρακαλώ να της το δώσει. Από κει και έπειτα θυμάμαι ένα "Χρύσααααααα" και το τέλος του "Όσα παίρνει ο άνεμος" που πετύχαμε στην τηλεόραση του ξενοδοχείου.
20 Ιουλίου 1996. Διακοπές στη Μάνη. Έχω μάθει να ψαρεύω. Δεν έπιασα ποτέ τίποτα της προκοπής βέβαια, μόνο κάτι ψάρια με το όνομα "παπάδες". Ψάρια του αφρού. Δε βλέπουμε τηλεόραση. Το καλοκαίρι του '96 για μας ήταν μόνο μια θάλασσα. Ένα ραδιόφωνο που άνοιγε το πρωί συνήθως, μια τηλεόραση που έπιανε 2 κανάλια και ένα περίπτερο που έφερνε εφημερίδες και περιοδικά αραιά και πού. Εκείνο το βράδυ, το μέγκα νομίζω, έπαιξε την "Αλίκη στο Ναυτικό". "Σήμερα η εθνική μας σταρ θα γιόρταζε τα γενέθλιά της" είχε πει ο Λιάτσος στο δελτίο των 20:30. Τότε, δεν ήξερα τι σημαίνει αρρώστια, ούτε μπορούσα να φανταστώ ότι ναι, είναι δυνατό να πεθάνει ένας άνθρωπος μέσα σε 63 μέρες. "Ρε, λες να πεθάνει;" ρωτάω τον αδερφό μου. "Αφού είναι πολύ γριά" μου απαντάει ο 9χρονος τότε Βασίλης. 60 χρόνων η Βουγιουκλάκη και μας φαινόταν τόσο μακρινή σε σχέση με μας. "Αν εχει γεννηθεί το 1934, σήμερα τα πόσα κλείνει;" "Κάνε την πράξη" μου λέει ο μπαμπάς. 62. Το βρήκα.
23 Ιουλίου 1996. Εκείνη τη μέρα λειτούργησαν όλα κανονικά. Μέχρι και το περίπτερο έφερε όση χαρτούρα δεν είχε φέρει όλο το καλοκαίρι. Και ξεπούλησε. Τηλεόραση, ραδιόφωνο. Αντίο και μελούρες-ξεπατικωτούρα από προηγούμενα κατευόδια. Το χαρτάκι με την αφαίρεση και το αποτέλεσμα: 62 χρόνων ήταν ακόμη στο τραπεζάκι της βεράντας. Έδωσα σημασία σ' αυτή τη λεπτομέρεια. Δε με θυμάμαι όμως να στεναχωριέμαι πολύ, δεν ήξερα από θάνατο και από οριστικό τέλος. Και ποιος ξέρει, όταν ειναι 12 χρόνων;
19 Ιουλίου 2014. Ξεφυλλίζω ένα εκατοντάφυλλο τετράδιο με γραμμές στο οποίο τότε κολλούσα φωτογραφίες της Αλίκης γράφοντας από κάτω λεζάντες. Στέκομαι στην τελευταία σελίδα. Μια σελίδα γραμμένη ολόκληρη, γράμματα στρογγυλά, παιδικά, λέξεις ανορθόγραφες. Χρονιά: 1994. "Αλίκη, εγώ σ' αγαπάω γιατί, όταν γελάς έχεις το ίδιο φως με το πορτατίφ στο κομοδίνο μου, αλλά και γιατί αγαπάς το καλοκαίρι όπως εγώ, τη θάλασσα και τα μακαρόνια. Έτσι διάβασα στη super Κατερίνα. Δε μ' αρέσει ο τρόπος που ντύνεσαι, δε σου ταιριάζει, αλλά δεν πειράζει. Όταν έρθω στην Αθήνα και στο Θέατρό σου εγώ θα στο πω. Δεν ντρέπομαι. Σε καληνυχτώ. Χρύσα"
20 Ιουλίου 2014. Δεν υπήρχε περίπτωση, σήμερα, αν ήσουν εδώ, στη ζωή, να μην ήμουν ο πρώτος άνθρωπος που θα σου ευχόταν Χρόνια πολλά. Ειδικά σήμερα. Που θα έκλεινες τα 80.
Αλίκη.