«Ήθελα μια πένθιμη διάσταση στην "Γκόλφω".
Μεγαλώσαμε με τις παραλίες, τα νησιά και την ύπαιθρο έχοντας μια χαρά μέσα μας. Θυμάμαι το Ναύπλιο, την Κέρκυρα, τη Ρόδο και τις Κυκλάδες σαν παράδεισο. Δεν είναι πια ίδια η Ελλάδα. Δεν γράφουμε πλέον ποιήματα για ένα πλοίο γιατί τα πλοία λέγονται Vodafone σήμερα. Και είναι πολύ πιο δύσκολο να πας στη Ρόδο πια από το να πας στη Ρώμη. Είναι νεκρά τα βουνά που μικρό παιδί πρόλαβα ακόμα ζωντανά. Τότε που μαζεύονταν όλα τα σόγια στα σπίτια στο χωριό χωρίς ρεύμα και πήγαιναν στα πανηγύρια. Πέθαναν, σβήσαν σήμερα. Και το μόνο που έμεινε σ' αυτά τα μέρη είναι η σιωπή. Τίποτα άλλο. Δεν αντηχούν πια τα βουνά μας τίποτα. Οι άνθρωποι σιγά σιγά θάβουν τους ανθρώπους τους, τους γονείς τους, ξεχνιούνται σιγά σιγά τα μέρη. Το "τώρα" τους γίνεται πιο δύσκολο. Χάνεται η ανάμνηση του χωριού. Στις παραστάσεις πρέπει να μιλάς στο εξής για τη ζωή, τους ανθρώπους και όχι για αισθητικά ζητήματα. Οι παραστάσεις πρέπει να λένε "κοίτα τι σου λέω" και όχι "κοίτα πόσο καλά το κάνω". Γιατί κανέναν δεν αφορά».
Μια απέραντη νοσταλγία κυριεύει και εμένα που σε κάθε εποχή του χρόνου ψάχνω την ομορφιά με την οποία γεννήθηκε. Και όταν δεν την βρίσκω κοιτάζω το πίσω που δεν πρόλαβα να ζήσω και το μπροστά που είναι ο σπασμένος καθρέφτης του. Αλλά ποιήματα θα ξαναγραφούν. Γιατί όλα είναι δυνατά και θα ξαναγίνει όλη η Ελλάδα η καλοκαιρινή αφίσα των παιδικών μας χρόνων. Νομίζω και ελπίζω…
Χ.Φ