Μία Αντιγόνη απείθαρχο κορίτσι,
που τρώει ξύλο από τον Κρέοντα, έναν σκληρό pater familia σε μια παράσταση που καταδικάζει την βία παρουσιάζει η παράσταση της τραγωδίας του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Νατάσσας Τριανταφύλλη στο στο Μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς 138) για το Φεστιβάλ Αθηνών.
Η σπουδαία τραγωδία του Σοφοκλή είναι πασίγνωστη. Η σύγκρουση της Αντιγόνης με τον Κρέοντα, που οδηγεί σε ένα τραγικό παιχνίδι της μοίρας και για τους δύο, έχει πάρα πολλές αναγνώσεις. Η σκηνοθεσία της Νατάσσας Τριανταφύλλη επιχειρεί να δώσει πιο γήινα και καθημερινά χαρακτηριστικά στους χαρακτήρες, ιδίως τον Κρέοντα και την Αντιγόνη και να δημιουργήσει μια μεταμοντέρνα παράσταση με σύγχρονη αισθητική.
Ο χώρος του αιθρίου του μουσείου Μπενάκη μοιάζει να είναι ιδανικός για μια τέτοια ματιά. Οι διάφανοι τοίχοι του κτηρίου, που περιβάλλουν τον θεατρικό χώρο διευκολύνουν την εμφάνιση ηθοποιών που δεν συμμετέχουν στην δράση, μέσα από έξυπνα παιχνίδια με τους φωτισμούς. Σε αυτό συμβάλλει και ο Scott Bolman ο άνθρωπος που έχει αναλάβει τους φωτισμούς για τον Bob Wilson. Όντως, οι φωτισμοί παίζουν μεγάλο ρόλο στο σκηνικό αποτέλεσμα και οι πιο ενδιαφέρουσες στιγμές της παράστασης υπογραμμίζονται καθοριστικά από την χρήση του φωτός.
Παράλληλα και η μουσική της Μόνικα δίνει μια παραμυθένια διάσταση και μια γλυκόπικρη παιδικότητα στο έργο. Μια μουσική που θυμίζει αρκετά soundtrack για ταινία και ακούγεται ευχάριστα, με την εξαίρεση των λίγων σημείων, στα οποία η Μόνικα τραγουδάει.
Ο χώρος της σκηνής είναι τεράστιος και γεμίζει δύσκολα από τα λίγα άτομα της παράστασης. Η Λυδία Φωτοπούλου έχει επωμισθεί τον ρόλο να είναι και ο χορός και ο μάντης Τειρεσίας. Ως Τειρεσίας μου άρεσε πολύ. Αλλά το εύρημα του χορού με την ίδια να τον ερμηνεύει, δεν μου φάνηκε ιδιαίτερα ικανοποιητικό. Επίσης, το στυλιστικό μέρος της ενδυμασίας της Φωτοπούλου ταίριαζε στην απόκοσμη και ανδρόγυνη μορφή του Τειρεσία, αλλά όχι και σε αυτήν του χορού των Αριστοκρατών γέρων της Θήβας.
Η Λένα Παπαληγούρα έδωσε μια παθιασμένη και αρκετά σύνθετη ερμηνεία μιας Αντιγόνης που συνδυάζει πολλά στοιχεία: του αγοροκόριτσου, της επαναστάτριας, της οργισμένης έφηβης, του παιδιού που αρνείται να μεγαλώσει σε έναν διεφθαρμένο κόσμο, της θλιμμένης κόρης που βλέπει την οικογένεια της να έχει εξολοθρευθεί... Ο πόνος στο βλέμμα της και οι σκηνές που έχουν τις μεγάλες εξάρσεις είναι τα δυνατά σημεία της ερμηνείας της. Ικανοποιητική ήταν η ερμηνεία της Βίκυς Παπαδοπούλου για την Ισμήνη. Ιδίως το στυλιστικό μέρος, με την Ιοκάστη να φοράει μια όμορφη μπλε τουαλέτα, ενώ η Αντιγόνη με τα ροζ να μοιάζει σαφώς πιο εφηβική, πιο παιδί. Από την άλλη, βέβαια, οι ρόλοι αντιστρέφονται όταν η Αντιγόνη δείχνει έτοιμη να υπερβεί τους ρόλους και τις δεσμεύσεις της γυναίκας και να αναλάβει δράση, ενώ η Ισμήνη μένει στην απραξία, την ομορφιά και την κλάψα της. Η ωριμότητα της δράσης υπερβαίνει την ωριμότητα του φαίνεσθαι.
Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος ως Κρέοντας δεν μου φάνηκε κακός, αλλά δεν με ενθουσίασε κιόλας. Ανέδειξε με καθαρότητα κάποια στοιχεία ενός βίαιου και κυκλοθυμικού χαρακτήρα. Επίσης, αναδείχθηκε ο στημένος και συμπλεγματικός χαρακτήρας του πολιτικού (ειδικά στο σημείο που διαβάζει από το χαρτί την απόφαση να μείνει άταφος ο ένας αδερφός της Αντιγόνης). Είχε όμως μερικά σημεία που η άρθρωσή του δεν ήταν καθαρή. Ο Χρήστος Σαπουντζής ως φύλακας και ο Ορφέας Αυγουστίδης ως Αίμων έδωσαν ικανοποιητικές ερμηνείες, χωρίς να εντυπωσιάσουν.
Σε γενικές γραμμές, στην Αντιγόνη η σκηνοθεσία είχε κάποιες καλές ιδέες για να φωτίσει τα νοήματα της παράστασης. Από την άλλη, δεν κατάφερε να γεμίσει τόσο αποτελεσματικά τον τεράστιο χώρο, ενώ κάποιες επιρροές, προθέσεις και ιδέες της έμοιαζαν κάπως υπερβολικά ευδιάκριτες. Αυτή η Αντιγόνη έχει ενδιαφέρον και νεανική πνοή, χωρίς να φτάνει σε πολύ υψηλά δημιουργικά επίπεδα.
Η παράσταση παίζεται από 19 ως 30 Ιουνίου στο Μουσείο Μπενάκη, Πειραιώς 138 στις 22:00
ΠΗΓΗ: Monopoli.gr