Η σκηνική εγκατάσταση παρέπεμπε σε μοναστηριακό τέμπλο. Αριστερά το άγαλμα του κακού και δεξιά του καλού. Και μέσα από την Ωραία Πύλη ξεπροβάλλει η μορφή του Καλόγερου, η οποία ως το τέλος της παράστασης θα έχει διασχίσει τον διάδρομο που φτάνει στην άκρη της σκηνής υποβασταζόμενη από έναν Άγγελο.
Αυτή η δυνατή εικαστική εικόνα που παραπέμπει σε έργο τέχνης, δεν ήταν το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της «Γυναίκας της Ζάκυθος» έτσι όπως μοναδικά τη μετέφεραν στην σκηνή του κατάμεστου χώρου Δ΄της Πειραιώς 260 η Όλια Λαζαρίδου και ο Δήμος Αβδελιώδης.
Η ηθοποιός και ο σκηνοθέτης αντιμετώπισαν πράγματι το αινιγματικό και ημιτελές πεζό κείμενο του Διονυσίου Σολωμού σαν παρτιτούρα. Κάτι που φάνηκε εκ του αποτελέσματος. Όλοι οι θεατές είχαμε την ευκαιρία να αντιληφθούμε εκείνο που έλεγε στις συνεντεύξεις της η Όλια Λαζαρίδου: «έχω τη δυσκολία που έχει ένας ψάλτης». Απόλυτη κάτοχος των μέσων της αυτή η σπάνια ηθοποιός, η οποία «είναι ταυτόχρονα γειωμένη στην πραγματικότητα» όπως επεσήμαινε ο Δήμος Αβδελιώδης, ακολούθησε τις συγκεκριμένες οδηγίες που της δόθηκαν, έκανε βίωμά της το σύστημα εκφοράς του λόγου που της πρότεινε ο σκηνοθέτης της και κατάφερε να γίνει «το χωνί» μέσα από το οποίο μεταδόθηκε το έργο.
Η ακρόαση αυτού του σπάνιου γλωσσικού και φιλολογικού αριστουργήματος ήταν σαν να… μεταλάβαμε. Η ακριβή αυτή αφηγηματική παράσταση διέθετε και σπάνια ατμόσφαιρα την οποία υποβοηθούσε το εικαστικό της περιβάλλον (Αριστείδης Πατσόγλου), αλλά και η πρωτότυπη μουσική της (Βαγγέλης Γιαννάκης).
Μια σπάνια στιγμή που αδιαμφισβήτητα θα κρατήσουμε από το φετινό Φεστιβάλ Αθηνών.
ΠΗΓΗ: tospirto