Το "Interview" (ή για μας η συνέντευξη) πάει μαζί με όλα αυτά τα άξεστα που συγκροτούν ένα σύστημα τρισάθλιο και φριχτό. Διεξάγεται από τύπους, που όσο εξανθρωπισμένοι και να φαίνονται, στο μάτι τους εξέχει "η φινέτσα του χωροφύλακα" "αυτού που μαντρώνει ζώα, γρυλίζοντας άναρθρες κραυγές". Οι δέκτες της διαδικασίας αυτής νιώθουν μια ξεγυρισμένη προ-απογοήτευση, προσφέρουν αφειδώς την πιο "λαμπρή τους ηττοπάθεια", άνθρωποι είναι -τόσα έχουν δει τα μάτια τους- και έχουν και την μεγάλη τύχη να περιμένουν ή να μην περιμένουν εκείνο το λυπητερό τηλεφώνημα της άρνησης ή της κατάφασης.
Παρένθεση. Βίωμα προσωπικό. "Πείτε πως διδάσκετε τα συνηρημένα ρήματα στα παιδιά μου, τα οποία παιδιά μου έχουν συνηθίσει όλες τις θεωρητικές αναλύσεις στα αγγλικά". "Θα διδάξω τα συνηρημένα ρήματα από το βιβλίο των αρχαίων ελληνικών, της Β' γυμνασίου, στα αγγλικά. Εγώ; Ξαναρωτώ, εγώ;" "Ναι, εσείς". Την κοίταξα, χωρίς να ανοιγοκλείσω τα μάτια μου για 2 λεπτά και μετά έφυγα πετώντας την κιμωλία στον απέναντι τοίχο. Το μάτι της είχα στόχο, αλλά είμαι ατζαμού.
Στο "Interview" που έφτιαξε η ομάδα "ΕΜΕΙΣ" και σκηνοθέτησε με χιούμορ, ευαισθησία και άμεση επαφή με την πραγματικότητα, ο Χρήστος Θάνος, αν έχεις κάμποση οργή κατα-καημένου μέσα σου, στο "Ιnterview", λοιπόν, με το νουμεράκι της αναμονής κολλημένο πάνω σου, περνάς με ευκολία από όλα τα στάδια μιας ρέουσας, ατόφιας ψυχολογίας, έτσι όπως ορίζεται την εποχή των μνημονίων, της ελάχιστης ευκαιρίας και του γενικευμένου κακού. Δεν ξέρεις προς τα πού να πετάξεις ό,τι αιχμηρό έχει η τσάντα σου. Στον τοίχο, να τρυπήσει; Στην Φωνή που εξαντλεί τους υποψήφιους με απανωτές ερωτήσεις παράνοιας; Πού; Τέλος πάντων.
Το κείμενο, προϊόν της ομάδας, έχει στο κέντρο τέσσερις ανθρώπους, δυο γυναίκες και δύο άνδρες (Σοφία Καψαμπέλη, Μαρία Ζερβού, Σωτήρης Δούβρης, Βασίλης Τουρκομένης). Αντιπροσωπευτικά δείγματα της κοινωνίας. Άνεργοι καλλιτέχνες, χειρώνακτες, πολυ-επιστήμονες με 1.234 πτυχία που πιάνουν απλώς χώρο και δεν..ανοίγουν ούτε μισή πόρτα.
Οι υποψήφιοι απαντούν, σπάνια αντιδρούν, η αλληλεγγύη τους "παίζεται", είναι στον αέρα. Ανθρωπάκια με αλυσιδίτσες. Το γλυκό τους το τομάρι, παρά την αλήθεια για βρασμό στο ίδιο καζάνι. Η Φωνή της εξουσίας είναι φριχτή, αλλά το πιο φριχτό είναι ότι συντηρείται. Δεν χαμηλώνει. Δεν καταργείται. Υπάρχει. Είναι ανίκανοι να την παύσουν ακόμη και όσοι την σιχαίνονται.
Η αίθουσα του Black Box, στο Θέατρο Βικτώρια, είναι σχεδόν άδεια από σκηνικά αντικείμενα. Μόνο κουτιά με αριθμούς, τέσσερις καρέκλες, φως, σκοτάδι, αυτοί και εμείς. Πολύ κοντά τους. Παρόλο που υπάρχει (απαραίτητη) υπερβολή, ωστόσο οι ηθοποιοί χειρίζονται το σουρεαλιστικό στοιχείο τόσο αφαιρετικά και γήινα που έχεις την αίσθηση ότι όσα λέγονται υπάρχουν στη μνήμη σου ή θα υπάρξουν.
Η παράσταση παίζεται τρία χρόνια. Καθόλου τυχαίο. Οι συντελεστές της λειτουργούν πια αντανακλαστικά.
Ο Χρήστος Θάνος, από το ηλεκτρολογείο, επαναπροσδιορίζει την ετυμολογία της βίας, της επιβολής, της εκμετάλλευσης και της εξαθλίωσης με ακρίβεια ορνιθολόγου. Είναι η Φωνή. Αλλά αν δεν ήταν τόσο υπέροχη η φωνή του, εκεί στην υπόκλιση όλων, θα του έδειχνες γενναία τους πιο κοφτερούς σου κυνόδοντες. Γιατί και συ δεν είσαι κάτι άλλο. Φοράς και συ νούμερο στο αριστερό μέρος της καρδιάς.
*"Interview", μια κοινωνικοπολιτική μαύρη κωμωδία, από την Ομάδα Εμείς, στο Θέατρο Βικτώρια, κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή.