«Τι ωφελεί να γράψει κανείς κάτι θαρραλέο απ’ όπου να βγαίνει πως η κατάσταση που βρισκόμαστε είναι βάρβαρη (που είναι αλήθεια), αν δε φαίνεται ξεκάθαρα για ποιο λόγο φτάσαμε σ’ αυτήν την κατάσταση»; Μπέρτολντ Μπρεχτ
Στο Ακροπόλ απ’ έξω ουρά. Στα άκρα άνθρωποι πιο μεγάλοι, στη μέση νέα παιδιά φοιτητές από τις γύρω σχολές του κέντρου ήρθαν, και ενώ η εξεταστική τρέχει, να δουν την τρίωρη «Αγία Ιωάννα των Σφαγείων». Νομίζω ότι στην πιο εκκωφαντική σιωπή του πιο φονικού χειμώνα, η μοναδική φωνή που κάνει τη σιωπή θρύψαλα είναι η φωνή του Μπρεχτ, έτσι όπως ακούγεται χωρίς μεγάφωνα και λογοκρισία από την σκηνή του Ακροπόλ. Λέξη και σαΐτα που σφυρίζει, κατευθείαν πάνω στα πλαδαρά σώματα των ψυχρών εκτελεστών. Τι διαβάζουν άραγε οι κωλάνθρωποι, τα σαλιάρικα δουλικά του συστήματος; Με τι κλαίνε; Με τι γελούν; Τι σκέφτονται πριν τους πάρει ο ύπνος; Θυμός. Με θύμωσε η «Αγία Ιωάννα». Άρα ο στόχος πέτυχε. Κέντρο: καρδιά. Με πόνεσε. Θύμωσα, έσφιξα τα δόντια, έκλαψα, κράτησα σημειώσεις, συμφώνησα με τα μάτια με τον διπλανό μου, μέτρησα την οργή του κόσμου και κάηκα απ’ τον ατμό. Ανατρίχιασα με τα ενδιάμεσα χειροκροτήματα. Δεν μπορεί, δεν μπορεί. Συμφωνούμε όλοι. Συμφωνούμε. Κάτι γίνεται, κάτι θα γίνει.
Ένα εκπληκτικό κείμενο (υπέροχη η μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα) που ο σκηνοθέτης διάλεξε να το ακολουθήσει κατά γράμμα. Με τις λέξεις όπως ακριβώς γεννήθηκαν από το μυαλό του δημιουργού. Με ό,τι συμπληρωματικό να υπάρχει για ενίσχυση της γυμνής αλήθειας. Τα σκηνικά και τα κοστούμια είναι του ίδιου του Νίκου Μαστοράκη. Μιλάει ο Μπρεχτ με τη βοήθεια των μαθηματικών. Όποιος τον αμφισβητεί, δεν είναι άνθρωπος. Είναι μια κατασκευή που αξίζει το πιο υβριστικό μας σάλιο. Ο Νίκος Μαστοράκης δεν φοβήθηκε τίποτε. Ούτε καν τον πιο δειλό θεατή που κατάκοπος από τον τρόμο ίσως στο διάλειμμα φύγει. Το πιο δηκτικό ίσως κείμενο του Μπρεχτ, το πιο εχθρικό του αδηφάγου συστήματος ζωντανεύει σε μια σκηνή όπου πατούν από τη μια εξαθλιωμένοι εργάτες, άνεργοι πεινασμένοι, υπάκουα, εκμεταλλευόμενα πλάσματα και από την άλλη στραφταλιστοί πλούσιοι. Όλοι μακιγιαρισμένοι με τέτοιο τρόπο που να μην είναι ευδιάκριτα τα χαρακτηριστικά τους. Ποιος νοιάζεται γι’ αυτά; Σάμπως όλοι οι φτωχοί το ίδιο άδειο βλέμμα δεν έχουν; Όλοι οι εκμεταλλευτές τους ίδιους κυνόδοντες δεν έχουν; Όλοι όσοι προσπάθησαν να αφυπνίσουν την ίδια σίγουρη φωνή δεν είχαν; Η μουσική δεν λείπει. Και είναι του Σταύρου Γασπαράτου. Ζωντανή και δίπλα στο κείμενο. Οι κινήσεις δεν λείπουν. Και είναι ολόιδιες με της ζωής. Ευθυτενή σώματα καλοζωισμένων που κινούνται με απόφαση και αναισθησία, κυρτά σώματα κόσμου που τρίζουν τα κόκαλά του από το βάρος τόσων και τόσων χρυσοκάνθαρων στην πλάτη του. Η «Αγία Ιωάννα» άρχισε να γράφεται το 1929, όταν ξέσπασε η καπιταλιστική κρίση στις ΗΠΑ. Κεντρικά της πρόσωπα ο Μάουλερ και η Ιωάννα. Πιέρποντ Μάουλερ, ο μεγαλέμπορος κρέατος που ρυθμίζει την παραγωγή των Σφαγείων. Αυτός προκειμένου να κρατήσει τα κέρδη του στο σωστό ύψος δημιουργεί τεχνητές κρίσεις στην αγορά κρέατος με αποτέλεσμα να προκληθεί κατάρρευση στο σύστημα των τραπεζών όπου υπάρχει αλληλεξάρτηση. Απολύσεις, φτώχεια, εξεγέρσεις που πνίγονται, απελπισία. Και φτάνει η Ιωάννα. Μια αθώα, θρησκόληπτη κοπέλα που εργάζεται εθελοντικά ούσα μέρος μιας δράσης με το όνομα «Μαύρα καπέλα». Την ενδιαφέρει να μάθει τι προκαλεί όλη αυτή την ανισορροπία, την ενδιαφέρει να ψάξει τι φταίει και οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι. Τα βλέπει όλα με τα μάτια της. Βλέπει τον στυγνό Μάουλερ καθηλωμένο στον θρόνο του να ανατριχιάζει στην ιδέα της φτωχής μάζας που πεινά και «κρατάει» το θρόνο του ψηλά παρά την πείνα. Δεν αργεί να δει την αλήθεια και να πετάξει από πάνω της το καπέλο και τα ρούχα του θρησκευτικού μικροαστισμού. Γιατί η αντίληψη της αλήθειας δε γίνεται στο όνομα κανενός θεού. Η αφύπνιση του κουρασμένου κόσμου δε γίνεται στον Λόγο καμιάς αθέατης ουσίας. Η πραγματικότητα δε χωράει στα στενά κελιά των προσευχών και του όρκου. Η Ιωάννα ένωσε τη φωνή της με τον κόσμο. «Το σύστημα είναι κτηνώδες, αλλά άψογο». «Οι λίγοι κρατούνται ψηλά γιατί στη μια άκρη της τραμπάλας είμαστε πολλοί εμείς που καθόμαστε και τους στηρίζουμε». «Αν κάποιος πει ότι κάτω υπάρχει θεός, κι ότι μπορεί αθέατος να βοηθήσει, πιάστε τον και χτυπήστε του το κεφάλι στο λιθόστρωτο μέχρι να ψοφήσει. Μόνο η βία ωφελεί όπου εξουσιάζει η βία, μόνο οι άνθρωποι ωφελούν όπου υπάρχουν». Ο Αιμίλιος Χειλάκης, ο Μάουλερ. Η Βίκυ Βολιώτη, Αγία Ιωάννα. Ο Αιμ. Χειλάκης με μοναδική αίσθηση προσέγγισε τον τεράστιο καπιταλιστή προσαρμόζοντας φωνή, βλέμμα, σώμα στην αντιπροσωπευτική αρχετυπική φωτογραφία του πιο διαχρονικού εκμεταλλευτή. Αυτού που σιχαίνεται τους εργάτες χωρίς να έχει ποτέ περπατήσει στον ίδιο δρόμο μαζί τους. Όλες οι κουβέντες της Βίκυς Βολιώτη- Ιωάννας μας αφορούν. Και επειδή τις λέει με τρόπο που αφορούν και την ίδια καταφέρνει να δείξει το πιο οργισμένο πρόσωπο του καιρού. Γι’ αυτό στον τελευταίο της μονόλογο, λίγο πριν πεθάνει από την πείνα και λίγο πριν βαφτιστεί «Αγία Ιωάννα», το κοινό ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Γιατί μονάχα η Βία βοηθάει, εκεί που η βία βασιλεύει και μόνο Άνθρωποι μπορούν βοηθήσουν, όπου υπάρχουν Άνθρωποι.» Δεν έχει αλλάξει τίποτα. Γιατί δεν εννοούν να αλλάξουν οι άνθρωποι. Γιατί φοβούνται μην χάσουν τα λίγα και αρνούνται να πάρουν πίσω ό,τι έχει αρπαχθεί και συνεχίζει να αρπάζεται. «Δεν έκανε τόσο κρύο στα όνειρά μου». Ούτε στα δικά μου, Ιωάννα, Ούτε στα δικά μου, γαμώτο…
ΥΓ (1) Μπράβο και γερή χειραψία σε όλους τους ηθοποιούς και συντελεστές.
Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας. Σκηνοθεσία – Σκηνικά – Κοστούμια: Νίκος
Μαστοράκης. Παίζουν: Βίκυ Βολιώτη, Αιμίλιος Χειλάκης, Κίκα Γεωργίου,
Δημήτρης Δεγαϊτης, Μίνως Θεοχάρης, Δανάη Κατσαμένη, Λάμπρος Κτεναβός,
Γόνη Λούκα, Κωσταντίνος Μαραβέλιας, Αγγελος Μπούρας, Μιχάλης Οικονόμου,
Ελένη Ουζουνίδου. Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος. Κίνηση: Ζωή Χατζηαντωνίου.
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
ΥΓ (2) Στο λεωφορείο, καθώς κατέβαινα από τον Βύρωνα στο κέντρο, δύο νεαροί
άνθρωποι πίσω μου μιλούσαν για κάτι ποιήματα του Μπρεχτ που διάβασαν το
προηγούμενο βράδυ. Και αυτό είναι μόνο η αρχή..