Ο Ιορδάνης Αϊβάζογλου φέτος σε διπλή διανομή με τον Γιάννη Βούρο ερμηνεύει στον «Γλαρο» του Τσέχωφ που ανεβαίνει σε σκηνοθεσία του δεύτερου από το Κ.Θ.Β.Ε τον Τριγκόριν, ένα διάσημο συγγραφέα που όμως ποτέ δεν έγραψε κάτι για να μείνει στο μέλλον και που ποτέ δεν μπόρεσε να ξεφύγει από την κυριαρχία του πρέπει…
Τι σας συγκινεί εσάς στο Γλάρο;
Ο Τσέχωφ είναι ένας μεγάλος συγγραφέας. Με εντυπωσιάζει η τόσο καλή σκιαγράφηση των σχέσεων και των χαρακτήρων και η διαχρονικότητά τους. Δεν έχει σημασία σε ποια εποχή επιλέγει κανείς να τον ανεβάσει, σημασία έχει η δυναμική των σχέσεων. Στη δική μας παράσταση η όλη δράση τοποθετείται στη δεκαετία του 1920 για αισθητικούς λόγους, αλλά οι σχέσεις διατηρούνται ως έχουν.
Γιατί οι ήρωες στον Γλάρο αποτυγχάνουν;
Τα πρέπει καλύπτουν πάντα τα θέλω, τα θέλω μας τα βάζουμε κάτω από το χαλάκι. Στον Γλάρο όλοι έχουν τα μυστικά τους, που δεν τα εξομολογούνται, κι όλοι αφήνονται στην κυριαρχία των πρέπει και της εικόνας.
Εσείς ερμηνεύετε τον Τριγκόριν. Ένα πρόσωπο που αφήνεται προς στιγμή στο θέλω του…
Πάει να παρασυρθεί από το θέλω του, αλλά αμέσως σκύβει το κεφάλι, όπως βλέπουμε στη σκηνή με την Αρκάντινα. Δεν διατηρεί τελικά σχέση με τη Νίνα. Άλλωστε κι ο έρωτας για τη Νίνα είναι περισσότερο ο εγωισμός ενός σαραντάρη, είναι η ικανοποίηση του εγωισμού του που ένα νέο κορίτσι γοητεύεται από αυτόν παρά ένα αληθινό συναίσθημα.
Ο Τσέχωφ τον θεωρεί ένα αστείο πρόσωπο…
Η πρώτη αναφορά που γίνεται γι’ αυτόν είναι από τον Κόστια πουτον θεωρεί « εντάξει τύπο». Το αστείο του χαρακτήρα δε βγαίνει από ένα εξωτερικό χαρακτηριστικό, αλλά από τη συμπεριφορά του. Ας πούμε, το φλερτ του στη Νίνα είναι το φλερτ ενός μεσήλικα προς ένα κορίτσι με όλη την αμηχανία και την αδεξιότητα που μπορεί να έχει. Η γοητεία του είναι ότι διάσημος συγγραφέας. Κατά τα άλλα είναι ένας απλός άνθρωπος.
Παρόλο που είναι διάσημος συγγραφέας, ο ίδιος δεν αντλεί καμία ευτυχία από την επιτυχία του.
Είναι ένας διακεκριμένος συγγραφέας που αισθάνεται την επιτυχία του, αλλά δεν έχει μπει στην ουσία των πραγμάτων. Το νιώθουν αυτό όλοι οι καλλιτέχνες που θέλουν να βουτήξουν στην τέχνη τους και θέλουν να αφήσουν κάτι ως παρακαταθήκη για το μέλλον. Αυτός γράφει περισσότερο για να αρέσει. Λέει ο Μπρεχτ ότι: «Η χειρότερη αμαρτία είναι το ότι κοιτάζω γύρω και έχω την υπομονή και την αναμονή», δε βγαίνω δηλαδή από το καβούκι μου να δράσω. Αυτό δεν είναι ενέργεια, είναι παθητικότητα.
Παίζετε το ρόλο σε διπλή διανομή με τον Γιάννη Βούρο. Πώς είναι αυτή η εμπειρία;
Πολλοί απορούσαν πώς μπορεί να γίνει αυτό το πράγμα. Είναι όμως θείο δώρο, γιατί ο ηθοποιός γίνεται λίγο αφέντης και δικτάτορας του ρόλου, ενώ όταν βλέπεις δύο ανθρώπους να προσεγγίσουν τον ίδιο χαρακτήρα ανοίγουν οι ορίζοντες σου. Έχω «κλέψει» πολλά πράγματα από τον κύριο Βούρο. Υπάρχουν βέβαια κοινά σημεία. Είναι πολύ ευχάριστη αυτή η διαδικασία, και από τη στιγμή που έχουμε ένα σκηνοθέτη τόσο δημοκρατικό, πράγμα σπάνιο, το ταξίδι είναι πολύ ωραίο.
Ετοιμάζετε κάτι άλλο;
Κάνω σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και το σχολείο Καλαμαρί μια εκδήλωση για τα 120 χρόνια από την ίδρυσή του σχολείου στις 25 και 2 Απριλίου.
Ζείτε και εργάζεστε στη Θεσσαλονίκη. Πώς είναι τα θέατρο στην πόλη σας; Έχετε σκεφτεί να μετακομίσετε στην Αθήνα, όπως πολλοί συνάδερφοί σας;
Θέλω να έρχομαι στην Αθήνα, αλλά δε μου αρέσειη πόλη μετά το τριήμερο. Δεν είναι καλή η κατάσταση του θεάτρου στην Θεσσαλονίκη. Μέχρι πριν από κάποια χρόνια γίνονταν πολλά πράγματα. Τώρα έκλεισε η Πειραματική Σκηνή Τέχνης με το πάγωμα των επιχορηγήσεων, αλλά και άλλες σκηνές που έκαναν αξιόλογες παραστάσεις. Υπάρχει μια μεγάλη μερίδα ηθοποιών στην πόλη και ο μόνος πόλος είναι το Κ.Θ.Β.Ε. Και στην Αθήνα είναι δύσκολα τα πράγματα, αλλά τουλάχιστον υπάρχουν διέξοδοι, καλλιτεχνικοί αν μη τι άλλο, αν όχι οικονομικοί.
Ένα μεγάλο σας όνειρο;
Να είναι υγιές το παιδί μου.
Σας ευχαριστώ.
Κι εγώ.
Α.Κ