Η Ελένη Ευθυμίου σκηνοθετεί για το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Κοζάνης το «Νησί των σκλάβων» του Μαριβώ. Με πολύ μουσική, σχεδόν σαν μια όπερα τσέπης, πραγματεύεται ένα επικίνδυνο παιχνίδι εξουσίας, εκδίκησης και έρωτα, όπου τα όρια ανάμεσα σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους μπερδεύονται. Πόσο εύκολο άραγε είναι να είσαι ελεύθερος;
Σκηνοθετείτε φέτος το Νησί των σκλάβων του Μαριβώ. Ποιο είναι το βασικό του θέμα και γιατί το επιλέξατε;
Αυτό που συμβαίνει στο έργο του Μαριβώ είναι ένα παιχνίδι-πείραμα: η ανταλλαγή ρόλων μεταξύ αφεντικών και σκλάβων. Κάποιοι σκλάβοι της αρχαίας Αθήνας επαναστάτησαν εναντίον των αφεντικών τους και εγκαταστάθηκαν σε ένα Νησί. Σε αυτό το Νησί θέσπισαν ένα νέο νόμο: αν τύχει κάποιος αφέντης να ναυαγήσει στο νησί μαζί με τον σκλάβο του, θα πρέπει αμέσως να ανταλλάξει κοινωνικό ρόλο, ρούχα, αλλά και όνομα με αυτόν. Αυτό συμβαίνει για να πάρει ένα "μάθημα ανθρωπιάς”, να μετανιώσει για την μέχρι τώρα αλαζονική συμπεριφορά του και να συμπεριφέρεται καλύτερα στο μέλλον, όταν δηλαδή -αφού μετανιώσει για τις κακές πράξεις του- κερδίσει ξανά την ελευθερία του. Το προεπαναστατικό αυτό έργο του Μαριβώ, ενώ έχει πολύ αυστηρή θεατρική δομή, αφήνει πολλά θέματα ανοιχτά προς διαπραγμάτευση. Είναι ένα έργο διαχρονικό και μπορεί κανείς να διακρίνει, πίσω από τη θεατρικότητα, τον έντονο κοινωνικό προβληματισμό του συγγραφέα για την εποχή του. Μου φάνηκε ενδιαφέρουσα η πρόκληση να δουλέψω πάνω σε αυτό το κείμενο και να βρούμε μέσα στην ομάδα το δικό μας τρόπο να το ερμηνεύσουμε και να αναζητήσουμε συσχετισμούς μεταξύ της εποχής του Μαριβώ και της δική μας εποχής. Το Νησί αποτελεί την πρώτη μου απόπειρα να αναμετρηθώ με κάποιο κλασικό θεατρικό έργο. Αυτό που μου κέντρισε περισσότερο το ενδιαφέρον δεν είναι τόσο η σχέση μεταξύ σκλάβου και αφέντη όσο οι κοινωνικές συνθήκες που εγκλωβίζουν τους ανθρώπους σε τέτοιους ρόλους, συχνά χωρίς να το συνειδητοποιούν, καθιστώντας τους, έτσι, αδύναμους να βρουν διεξόδους διαφυγής από αυτό το κλειστό σύστημα.
Πώς διαχειρίζεστε σκηνικά το παιχνίδι ανάμεσα σε φαντασία και πραγματικότητα που χαρακτηρίζει τη δραματουργία του Μαριβώ;
Στο έργο του Μαριβώ ο ηθοποιός καλείται να παίξει έναν πολλαπλό ρόλο. Απ’ τη μία "είναι" ο σκλάβος που "γίνεται" ο αφέντης. Απ’ την άλλη βρίσκεται πάνω στη σκηνή, άρα "είναι" και ο εαυτός του - δηλαδή ο ηθοποιός επί σκηνής. Τα εργαλεία με τα οποία πειραματιζόμαστε στις πρόβες, ώστε να διαχειριστούμε αυτό που παρατηρείτε, είναι η έντονη θεατρικότητα, η εναλλαγή ρόλων στη διάρκεια των σκηνών, η επανάληψη σωματικών μοτίβων και η χρήση της μουσικής ως ενεργού φορέα της δραματουργίας.
Θύτες και θύματα όλοι στο έργο λοιπόν, μια σχέση που διαρκώς εναλλάσσεται… Πώς συμβαίνει αυτό;
Δεν πιστεύω πως υπάρχει μία απάντηση. Στην καθημερινότητά μας αλλάζουμε συνεχώς αυτούς τους ρόλους, άλλοτε από ανάγκη άλλοτε επειδή δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς... Ωστόσο το ερώτημα παραμένει ανοιχτό για το αν είναι τελικά η φύση του ανθρώπου αυτή που επιβάλλει την αέναη διεκδίκηση της δύναμης και της εξουσίας, ή οι κοινωνικές δομές που ο άνθρωπος έφτιαξε.
Πότε πραγματικά κάποιος γίνεται ελεύθερος; Ποιο το τίμημα της ελευθερίας;
Αρχικά θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι είναι η ελευθερία και αν μπορεί κάποιος/α να είναι ελεύθερος. Στο έργο του Μαριβώ δεν υφίσταται πραγματική ελευθερία. Ακόμη και οι σκλάβοι που ελευθερώνονται οφείλουν να μεταχειριστούν μετριασμένα αυτή τη νέα κατάσταση, αλλιώς ελλοχεύει η τιμωρία. Μιλώντας για τον σύγχρονο άνθρωπο, ακόμη κι όταν δεν υπάρχει η σωματική σκλαβιά -με τη στενή έννοια του όρου- μπορεί πάλι κάποιος/α να μην είναι ελεύθερος, κάπου να ελλοχεύει μία "τιμωρία". Η ελευθερία είναι μάλλον μία εσωτερική κατάσταση. Μία διαδρομή με κεντρικό άξονα τον εαυτό μας και τους φόβους μας, ένας διαρκής αγώνας συνειδητοποίησης του εαυτού και των κοινωνικών συνθηκών που ενδεχομένως μας περιορίζουν.
Μιλήστε για την ιδιαίτερη χρήση της μουσικής στην παράστασή σας και γιατί επιλέξατε αυτό το δρόμο;
Συγκεκριμένα για το Νησί των σκλάβων η χρήση της μουσικής και ειδικά του τραγουδιού προέκυψε από ανάγκη. Το έργο είναι εξαιρετικά πυκνό και μία διεργασία που φαίνεται πως θα κρατήσει μήνες και χρόνια τελικά κρατάει λιγότερο από μία ώρα. Η χρήση της μουσικής εδώ επιμηκύνει το χρόνο, δίνοντας την ευκαιρία να μείνουμε λίγο παραπάνω στα θέματα που αναδύονται, αλλά και δίνοντας χώρο για μία λίγο πιο προσωπική προσέγγιση πάνω στα ζητήματα αυτά. Ωστόσο μία πιο γενική θέση πάνω στο ζήτημα της χρήσης της μουσικής στο θέατρο είναι πως δεν μπορώ να το δω ξέχωρα από τη μουσική. Ακόμη και η απουσία της μουσικής στο θέατρο, με απομονωμένο το λόγο και την κίνηση, ορίζουν μία μουσική κατάσταση. Αυτή η θεώρηση αποτελεί, τουλάχιστον για την ώρα, ένα προσωπικό πεδίο έρευνας και πειραματισμού.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Κι εγώ.
Τρίτη 12 Μαΐου 2015
Α.Κ.